Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.) με εκτελεστικές και νομοθετικές αρμοδιότητες. Αποτελεί τον θεματοφύλακα των συνθηκών παράλληλα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (βλ. λ.) και εκπροσωπεί την Ευρωπαϊκή Ένωση στον διεθνή χώρο. Είναι γνωστή και ως Κομισιόν, από την αντίστοιχη γαλλική λέξη που σημαίνει επιτροπή. Η Ε.Ε. προήλθε από την Ανώτατη Αρχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), πρόδρομο της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από το 1967 που άρχισε να ισχύει η συνθήκη για τη συγχώνευση των εκτελεστικών οργάνων, η Ε.Ε. είναι ενιαία για τις τρεις ευρωπαϊκές κοινότητες (ΕΚΑΧ, Ευρατόμ και ΕΚ). Ο πρόεδρος, οι δύο αντιπρόεδροι και τα υπόλοιπα 17 μέλη της διορίζονται από τα κράτη-μέλη με την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (βλ. λ.). Ωστόσο, οφείλουν να είναι ανεξάρτητα από τις κυβερνήσεις από τις οποίες διορίστηκαν. Η Ε.Ε. ανανεώνεται ανά πενταετία, κατά τη διάρκεια του εξαμήνου που ακολουθεί την εκλογή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τα κράτη-μέλη ορίζουν καταρχήν τον πρόεδρο της Ε.Ε. και στη συνέχεια σε συνεργασία με αυτόν προσδιορίζονται τα υπόλοιπα μέλη. Κάθε μέλος διαθέτει ένα χαρτοφυλάκιο, δηλαδή έναν τομέα αρμοδιοτήτων, όπως οι υπουργοί των εθνικών κυβερνήσεων. Η νέα Ε.Ε., αφού λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αναλαμβάνει επίσημα τα καθήκοντά της τον Ιανουάριο του επόμενου έτους. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να την απαλλάξει από τα καθήκοντά της πριν από τη λήξη της θητείας ψηφίζοντας πρόταση μομφής εναντίον της. Κάθε κράτος-μέλος ορίζει από έναν επίτροπο, ενώ η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Μεγάλη Βρετανία και από έναν δεύτερο. Σχεδιάζεται η κατάργηση του δικαιώματος για δεύτερο επίτροπο με τη διεύρυνση των 10 νέων κρατών-μελών και με αντιστάθμισμα την αύξηση των ψήφων για τις μεγάλες χώρες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η Ε.Ε. προτείνει τα νομοθετικά κείμενα, τα οποία υποβάλλονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (βλ. λ.), εξασφαλίζει την εκτέλεση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας (οδηγίες, κανονισμοί, αποφάσεις) του προϋπολογισμού και των προγραμμάτων που εγκρίνονται από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ως εκτελεστική αρχή, μεριμνά για την τήρηση του κοινοτικού δικαίου, από κοινού με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ως θεματοφύλακας των συνθηκών. Επίσης, διαπραγματεύεται διεθνείς συμφωνίες, κυρίως εμπορίου και συνεργασίας, εκπροσωπώντας την Ευρωπαϊκή Ένωση. Λειτουργεί διαιτητικά ανάμεσα στα κράτη-μέλη προσπαθώντας να βρίσκει συμβιβαστικές λύσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή το Συμβούλιο των υπουργών, όπου δεσπόζουν τα πολιτικά προβλήματα των διαφόρων κρατών, τα οποία συχνά διίστανται. Κάθε χρόνο συντάσσει έκθεση για τη δράση της, η οποία υποβάλλεται στην κρίση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Συνήθως η ΕΕ συνεδριάζει μία φορά την εβδομάδα, κάθε Τετάρτη, στις Βρυξέλλες. Κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της ολομέλειας του Κοινοβουλίου, συνεδριάζει στο Στρασβούργο. Επιπλέον, συνεργάζεται στενά με δύο συμβουλευτικά όργανα, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (βλ. λ.) και την Επιτροπή των Περιφερειών (βλ. λ.) για τις προτάσεις νομοθετικών πράξεων. Τέλος, συμμετέχει σε όλες τις συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και έχει την υποχρέωση να απαντά στις γραπτές και προφορικές ερωτήσεις των μελών του. Η Ε.Ε. διαθέτει διοικητικό μηχανισμό, ο οποίος περιλαμβάνει γενικές υπηρεσίες (γενική γραμματεία, νομική υπηρεσία, στατιστική υπηρεσία-Eurostat κλπ.) και γενικές διευθύνσεις με προσωπικό σχεδόν 20.000 άτομα. Η έδρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις Βρυξέλλες (φωτ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ευρωπαϊκή Ένωση — (ΕΕ).Ευρωπαϊκός υπερεθνικός οργανισμός. Στόχος του είναι η οικονομική ολοκλήρωση και η πολιτική συνεργασία των μελών του. Αποτελεί το διάδοχο σχήμα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που η ιστορία της ξεκινά με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας… …   Dictionary of Greek

  • Επιτροπή των Περιφερειών — Συμβουλευτικό όργανο των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και περιφερειακής διοίκησης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει 222 μέλη που διορίζονται ομόφωνα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ύστερα από πρόταση των κρατών μελών. Η θητεία τους… …   Dictionary of Greek

  • Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων — (ΕΤΕ). Το χρηματοπιστωτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.). Χρηματοδοτεί δημόσιες ή ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες συμβάλλουν στην ισόρροπη ανάπτυξη, στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, στην οικονομική και κοινωνική συνοχή, καθώς και στην οικονομία …   Dictionary of Greek

  • Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα — (ΕΚΤ). Χρηματοοικονομικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.). Η ΕΚΤ χαράσσει και θέτει σε εφαρμογή την νομισματική πολιτική για τις χώρες της ΕΕ, οι οποίες συμμετέχουν στη ζώνη του ευρώ και εκδίδει τα χαρτονομίσματά του. Η ΕΚΤ και οι κεντρικές… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση — ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ/ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η αφετηρία Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας το Μάρτιο του 1957, ύστερα από την υπογραφή της σχετικής συνθήκης στη Ρώμη από τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή… …   Dictionary of Greek

  • Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή — (ΟΚΕ). Όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με συμβουλευτική αρμοδιότητα. Τα μέλη εκπροσωπούν τους διάφορους τομείς της οικονομικής, κοινωνικής και επαγγελματικής ζωής των κρατών μελών και διορίζονται για 4 έτη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με πρόταση των… …   Dictionary of Greek

  • Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο — Άμεσα εκλεγμένο κοινοβουλευτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.), από το 1979. Αποτελείται από 626 μέλη που κατανέμονται σύμφωνα με τη συνθήκη: Γερμανία 93, Γαλλία 87, Ιταλία 87, Μεγάλη Βρετανία 87, Ισπανία 64, Ολλανδία 31, Βέλγιο 25, Ελλάδα …   Dictionary of Greek

  • Ευρωπαϊκό Συμβούλιο — Το κυριότερο όργανο λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.). Αποτελείται είτε από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των κρατών μελών (διάσκεψη κορυφής) είτε από τους αρμόδιους υπουργούς για συγκεκριμένα θέματα. Κάθε χώρα ασκεί την… …   Dictionary of Greek

  • Ευρωπαϊκό Δικαστήριο — Δικαστικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. λ.). Αποτελείται από 15 δικαστές και 8 γενικούς εισαγγελείς, οι οποίοι διορίζονται με κοινή συμφωνία των κυβερνήσεων για εξαετή θητεία. Αν και στη συνθήκη δεν ορίζεται κατανομή των δικαστών ανά… …   Dictionary of Greek

  • ζήτηση — Η ποσότητα ενός αγαθού που μπορεί να βρει αγοραστή. Ειδικά, ατομική ζ. ενός αγαθού είναι η ποσότητα του αγαθού που έχει διάθεση να αποκτήσει ο καταναλωτής σε μια δεδομένη τιμή. Η ζ. μπορεί να επηρεαστεί από διάφορους συντελεστές. Ένας είναι η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”